Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianopropàggine
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [proˈpadʤine] 1 παρακλάδι 2 φύτρο 3 ξεμασκαλίδι 4 ροδάμι 5 απόγονος 6 εκβλάστημα 7 διακλάδωση 8 καταμόσχευση 9 καταβολάδα 10 γόνος 11 παραφυάδα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |