Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianopropagginàre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [propadʤiˈnare] 1 φυτεύω καταβολάδες 2 καταμοσχεύω 3 θάβω κάποιον ζωντανό με το κεφάλι κάτω (σπάνιο) 4 βάζω καταβολάδες 5 καταβολεύω 6 καταβολιάζω 7 δημιουργώ φυτά από καταβολάδες permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |