Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianomedèsimo
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [meˈdɛzimo] 1 απαράλλαχτος 2 πανομοιότυπος 3 ολόιδιος 4 ίδιος ακριβώς 5 ίδιος και απαράλλαχτος 6 ίδιος 7 προσωποποιημένος 8 απαράλλακτος 9 όμοιος 10 ταυτόσημος medèsimo pronome Pronuncia I.P.A.: [meˈdɛzimo] ίδιος (-η, -ο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |