Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianomediàna
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [meˈdjana] 1 μεσαίο τμήμα (φλέβα ή νεύρο κλπ) 2 γραμμή μεγάλης περιοχής 3 διάμεσος (τριγώνου πολυγώνου κλπ) 4 γραμμή ίσων εμβαδών ιστογράμματος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |