Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoinfràngere
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [inˈfranʤere] 1 καταστρέφω 2 αφανίζω 3 παραβαίνω 4 θρυψαλιάζω 5 κομματιάζω 6 εισβάλλω 7 θραύω 8 παραβιάζω 9 καταθρυμματίζω 10 θρυμματίζω 11 καταπατώ (δικαιώματα) 12 συντρίβω 13 κατακομματιάζω 14 καταστρατηγώ 15 σπάζω infrangersi verbo pronominale* Pronuncia I.P.A.: [inˈfranʤersi] 1 καταθρυμματίζομαι 2 συντρίβομαι 3 καταστρέφομαι 4 θρυμματίζομαι 5 καταρρέω 6 κομματιάζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |