Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoabboccaménto
sostantivo maschile Pronuncia I.P.A.: [abbokkaˈmento] 1 συνέντευξη 2 συζήτηση 3 συνομιλία 4 ομιλία 5 προκαθορισμένη συνάντηση 6 συνάντηση μετά από συνεννόηση 7 συνέντευξη 8 ραντεβού 9 συνένωση με συγκόλληση οξυγόνου (δύο στομίων σωληνώσεων) 10 συναπάντημα 11 κουβέντα 12 αναστόμωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |