Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoricostituìre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [rikostituˈire] 1 επαναφέρω σε αρχική μορφή 2 ανασυγκροτώ 3 ιδρύω από την αρχή 4 επανιδρύω 5 διορίζω απ'την αρχή 6 ανασχηματίζω ricostituirsi verbo pronominale* Pronuncia I.P.A.: [rikostituˈirsi] 1 ανασχηματίζομαι 2 ξαναβρίσκω τις δυνάμεις μου 3 ανανίπτω 4 επανέρχομαι στην αρχική μορφή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |