Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoprontuàrio
sostantivo maschile Pronuncia I.P.A.: [prontuˈarjo] 1 βιβλίο καταγραφής εργασιών 2 οδηγός (βιβλίο) 3 κατάστιχο 4 κιτάπι 5 εγχειρίδιο 6 βιβλιαράκι 7 λεπτομερής οδηγός αναφοράς 8 εγκόλπιο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |