Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoprogressìsta
sostantivo maschile e femminile Pronuncia I.P.A.: [progresˈsista] 1 οπαδός προόδου 2 οπαδός εξέλιξης της κοινωνίας 3 προοδευτικός πολιτικός 4 φιλοπρόοδος άνθρωπος progressìsta aggettivo Pronuncia I.P.A.: [progresˈsista] 1 προχωρημένος 2 βαθμιαία αυξανόμενος 3 πρωτοποριακός 4 προοδευτικός 5 φιλοπρόοδος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |