Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoproduttìvo
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [produtˈtivo] 1 αποδοτικός 2 παραγωγικός 3 πλουτοφόρος 4 προσοδοφόρος 5 άφθονος σε παραγωγή 6 ενεργός 7 γόνιμος 8 δημιουργικός 9 δυναμικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |