Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoprecìpuo
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [preˈʧipuo] 1 ειδικός 2 ιδιόμορφος 3 ιδιάζων 4 ιδιαίτερος 5 δομικός 6 θεμελιώδης 7 ακρογωνιαίος 8 κύριος 9 ουσιαστικός 10 πρωταρχικός 11 βασικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |