Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianopreclàro
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [preˈklaro] 1 επιφανής 2 περικλεής 3 έξοχος 4 λαμπρός 5 ξακουστός 6 μεγάτιμος 7 διακεκριμένος 8 ένδοξος 9 διάσημος 10 περιλάλητος 11 διαπρεπής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |