Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianomellìfluo
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [melˈlifluo] 1 γλυκομίλητος 2 γλυκός σαν το μέλι 3 μελωμένος 4 σοροπιαστός 5 συναισθηματικός 6 μελιστάλαχτος 7 ηδύφθογγος 8 αηδονόλαλος 9 μελένιος 10 μελίφθογγος 11 μελίρρυτος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |