Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoirretìre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [irreˈtire] 1 καταδολιεύομαι 2 παγιδεύω 3 πιάνω με παγίδα 4 εξαπατώ 5 τσακώνω 6 μπλέκω ή κρατώ σαν σε παγίδα 7 στήνω παγίδα 8 συλλαμβάνω με παγίδα 9 δελεάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |