Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoimperscrutàbile
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [imperskruˈtabile] 1 αξεμπέρδευτος 2 αξεδιάλυτος 3 ακαταλαβίστικος 4 ακατανόητος 5 ανεξερεύνητος 6 αδιευκρίνιστος 7 ανεξιχνίαστος 8 ανεξακρίβωτος 9 αινιγματικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |