Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoideografìa
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [ideograˈfia] 1 ιδεογραφία 2 γραφική αναπαράσταση ιδέας 3 γράφημα που αναπαριστά σχηματικά ιδέα ή επινόηση ή σκέψη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |