Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianogagliàrdo
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [gaʎˈʎardo] 1 γενναιόδωρος 2 δυνατός και γενναιόδωρος 3 σφριγηλός 4 ρωμαλέος 5 ακμαίος 6 γενναίος 7 ανθηρός 8 σωματώδης 9 νευρώδης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |