Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianofioritùra
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [fjoriˈtura] 1 ανθοπαραγωγή 2 εξάνθημα 3 ανθότοπος 4 στόλισμα 5 ποίκιλμα 6 διάνθισμα 7 άνθισμα 8 άνθηση 9 φιοριτούρα 10 ανθώνας 11 λουλούδιασμα 12 ανθοβόλημα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |