Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoesaltàre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [ezalˈtare] 1 δοξολογώ 2 ανυμνώ 3 αγλαΐζω 4 μεγαλοποιώ 5 εγκωμιάζω υπερβολικά 6 εξυψώνω 7 γεραίρω 8 δοξάζω 9 εκθειάζω 10 διεγείρω 11 συναρπάζω 12 εξάπτω 13 ταράζω 14 επαινώ 15 εγκωμιάζω 16 μεγαλύνω 17 ευλογώ esaltarsi verbo pronominale* Pronuncia I.P.A.: [ezalˈtarsi] 1 καυχιέμαι 2 επαίρομαι 3 θριαμβολογώ 4 συναρπάζομαι 5 θεοποιούμαι 6 εγκωμιάζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |