ItalianoGreco


discaricàre  
verbo transitivo

Pronuncia I.P.A.: [diskariˈkare]

1 εκφορτώνω
2 ξαλαφρώνω
3 ελευθερώνω από βάρος ή υποχρέωση
4 ελαφρώνω
5 ανακουφίζω
6 απαλλάσσω
7 ξεφορτώνω
8 βγάζω βάρος από πάνω μου

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---