diffusóre
aggettivo e sostantivo maschile
Pronuncia I.P.A.: [diffuˈzore]
1 διασκορπιστής (πυρηνική)
2 βαλβίδα ρύθμισης αέρα μείγματος
3 σύστημα διάχυσης ήχου
4 λάμπα
5 που διαχέει
6 διαδοσίας
7 σπερμολόγος
8 διαδίδων
9 ψιθυριστής
aggettivo e sostantivo maschile
Pronuncia I.P.A.: [diffuˈzore]
1 διασκορπιστής (πυρηνική)
2 βαλβίδα ρύθμισης αέρα μείγματος
3 σύστημα διάχυσης ήχου
4 λάμπα
5 που διαχέει
6 διαδοσίας
7 σπερμολόγος
8 διαδίδων
9 ψιθυριστής
permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI
diffusore (agg. e s. masc.)
Our sites
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Our mobile applications
Android