ItalianoGreco


diffusióne  
sostantivo femminile

Pronuncia I.P.A.: [diffuˈzjone]

1 κυκλοφορία (εφημερίδας)
2 τηλεοπτική εκπομπή
3 ραδιοφωνική εκπομπή
4 διάσπαση (πυρηνική)
5 σκόρπισμα
6 διασκόρπιση
7 διαλάλημα
8 εξάπλωση
9 διάδοση
10 διάχυση
11 κοινολόγηση
12 μετάδοση
13 διατυμπάνιση
14 διασπορά

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---