ItalianoGreco


deliberàre  
verbo transitivo

Pronuncia I.P.A.: [delibeˈrare]

1 θεσπίζω
2 κατακυρώνω σε πλειοδοσία
3 κατακυρώνω
4 διατάζω με θέσπισμα
5 συνδιασκέπτομαι
6 ζυγίζω τα υπέρ και τα κατά
7 διατάσσω δικαστικά
8 αποφαίνομαι
9 διασκέπτομαι
10 σκέπτομαι προσεκτικά
11 μελετώ επισταμένως
12 κρίνω
13 επιδικάζω
14 απονέμω
15 αποφασίζω

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---