Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoarguìre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [arguˈire] 1 εξάγω συμπέρασμα 2 βγάζω συμπέρασμα τεκμηριωμένα 3 συμπεραίνω αφαιρετικά 4 συνάγω με λογική ανάλυση 5 συμπεραίνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |