Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoabbarbàrsi
verbo pronominale intransitivo Pronuncia I.P.A.: [abbarˈbarsi] 1 κολλάω 2 στεριώνω 3 έχω ισχυρή συναισθηματική εξάρτηση 4 στερεώνω 5 προσκολλώμαι 6 συνδέομαι στενά 7 ριζώνω 8 προσάπτω 9 ενώνω 10 γαντζώνω 11 ριζοβολώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |