Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianovalutazióne
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [valutatˈtsjone] 1 αποτίμηση (περιουσίας) 2 αξιολόγηση 3 υπολογισμός 4 προσδιορισμός 5 λογάριασμα 6 στάθμιση 7 κρίση χαρακτήρα ή αξίας 8 αποτίμηση 9 λογαριασμός 10 εκτίμηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |