Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianovaghézza
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [vaˈgettsa] 1 ωραιότητα 2 κάλλος 3 καημός 4 καλλονή 5 λαχτάρα 6 επιθυμία 7 νταλγκάς 8 πόθος 9 ομορφιά 10 ασάφεια 11 ντέρτι 12 πάθος 13 απροσδιοριστία 14 αοριστολογία 15 αοριστία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |