Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianotribolazióne
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [tribolatˈtsjone] 1 κακοπάθημα 2 κακουχία 3 δοκιμασία 4 κακοπάθεια 5 παραδαρμός 6 ταλανισμός 7 μαρτύριο 8 παιδεμός 9 ταλαιπωρία 10 βασανισμός 11 βάσανο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |