Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianotrasparìre
verbo intransitivo Pronuncia I.P.A.: [traspaˈrire] 1 διαγράφομαι 2 είμαι διαυγής 3 φαίνομαι αμυδρά 4 διακρίνομαι μετά βίας 5 φέγγω 6 είμαι διαφανής 7 φαίνομαι 8 διαφαίνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |