ItalianoGreco


tergiversàre  
verbo intransitivo

Pronuncia I.P.A.: [terʤiverˈsare]

1 ξεφεύγω
2 περιφέρομαι γύρω από κάτι αποφεύγοντας να μπω στο θέμα
3 ξεγλιστρώ
4 υπεκφεύγω
5 αποφεύγω επιτήδεια

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---