ItalianoGreco


suppòrto  
sostantivo maschile

Pronuncia I.P.A.: [supˈpɔrto]

1 υπόβαθρο
2 υποστύλωμα
3 υποστάτης
4 φορέας
5 έρεισμα
6 υπέρεισμα
7 μπράτσο
8 βάση
9 αντιστήριγμα
10 υποστήριγμα
11 πέδιλο
12 στερέωμα
13 αντηρίς

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---