ItalianoGreco


stàffa  
sostantivo femminile

Pronuncia I.P.A.: [ˈstaffa]

1 αναβολέας (ωτός)
2 σφιγκτήρας
3 σκοινί στήριξης σε κεραία πανιού
4 σκαλοπάτι
5 σκάλα
6 βραχίονας στήριξης
7 σκαλοπάτι (οχήματος ή άμαξας)
8 αναβολέας (ίππου)
9 αναβατήρας
10 κουτί καλουπιού
11 στήριγμα καμάρας ποδιού (παπουτσιού)

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---