ItalianoGreco


spàrgere  
verbo transitivo

Pronuncia I.P.A.: [ˈsparʤere]

1 διαχέω
2 χύνω
3 σπέρνω ανάμεσα
4 διαχέω εκτενώς
5 εκπέμπω
6 ξεκινώ διαδόσεις
7 δημοσιοποιώ
8 σπαταλώ
9 εγκατασπείρω
10 διασπείρω
11 διαδίδω
12 ενσπείρω
13 σκορπώ
14 σκορπίζω
15 μοιράζω

spargersi  
verbo pronominale*

Pronuncia I.P.A.: [ˈsparʤersi]

1 εκτείνομαι
2 διαχέομαι
3 χύνομαι
4 σκορπίζομαι
5 διαδίδομαι
6 χάνομαι (σκορπισμένος)
7 διασκορπίζομαι
8 απλώνομαι
9 σπαταλώ τις προσπάθειες μου (ή το χρόνο μου)

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---