ItalianoGreco


sofìstico  
sostantivo maschile

Pronuncia I.P.A.: [soˈfistiko]

1 ασημαντολόγος άνθρωπος
2 ψιψίρης
3 ψείρας
4 άνθρωπος που μπλέκει σε λεπτομέρειες

sofìstico  
aggettivo

Pronuncia I.P.A.: [soˈfistiko]

1 σχολαστικός
2 λεπτολόγος
3 καχύποπτος
4 φιλόψογος
5 σοφιστικός
6 αληθοφανής αλλά απατηλός
7 καχύποπτος

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---