ItalianoGreco


scostaménto  
sostantivo maschile

Pronuncia I.P.A.: [skostaˈmento]

1 διάσταση
2 διαφορά από το μέσο όρο
3 σπρώξιμο μακριά
4 απόκλιση στατιστική
5 στατιστική απόκλιση
6 τετράγωνο τυπικής απόκλισης
7 μετακίνηση
8 μετατόπιση
9 μετάθεση
10 παραγκωνισμός
11 παραμέρισμα
12 διώξιμο

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---