Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianorimpigrìre
verbo intransitivo Pronuncia I.P.A.: [rimpiˈgrire] 1 φυγοπονώ 2 χουζουρεύω 3 τεμπελιάζω 4 ραχατεύω 5 κοπροσκυλιάζω 6 οκνώ 7 ξημεροβραδιάζομαι 8 ακαματεύω 9 ρεμπελεύω 10 οκνεύω rimpigrìre verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [rimpiˈgrire] κάνω κάποιον τεμπέλη rimpigrirsi verbo pronominale* Pronuncia I.P.A.: [rimpiˈgrirsi] 1 κοπροσκυλιάζω 2 ρεμπελεύω 3 ραχατεύω 4 ξημεροβραδιάζομαι 5 χουζουρεύω 6 οκνώ 7 οκνεύω 8 ακαματεύω 9 τεμπελιάζω 10 φυγοπονώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |