Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoributtànte
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [ributˈtante] 1 σιχαμερός 2 αηδής 3 απωθητικός 4 βδελυρός 5 γλοιώδης 6 βρομερός 7 ρυπαρός 8 εμετολογικός 9 σιχαμένος 10 αποτρόπαιος 11 αηδιαστικός 12 μυσαρός 13 δυσάρεστος 14 αναγουλιαστικός 15 απαίσιος 16 αποκρουστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |