Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoribàlta
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [riˈbalta] 1 πόρτα πίσω φορτηγού 2 πόρτα σοφίτας 3 περιβόητη διασημότητα 4 φύλλο επίπλου 5 πορτόφυλλο 6 θυρόφυλλο 7 προσκήνιο 8 καπάκι 9 ράμπα 10 σειρά φώτων στο προσκήνιο 11 σκέπασμα καταπακτής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |