Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoproporzionàre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [proportsjoˈnare] 1 αντιζυγίζω αναλογικά 2 προσαρμόζω 3 ρυθμίζω αναλογικά 4 μοιράζω αναλογικά 5 εξυπηρετώ ειδική ανάγκη 6 κάνω αναλογικά 7 αναλογώ 8 κατανέμω 9 αντιστοιχώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |