Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoparticolareggiàre
verbo transitivo e intransitivo Pronuncia I.P.A.: [partikolaredˈʤare] 1 ταξινομώ 2 μπαίνω σε λεπτομέρειες 3 αναπτύσσω διεξοδικά 4 σχετίζω λεπτομερώς 5 δίνω τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε 6 δίνω λεπτομέρειες 7 καταγράφω λεπτομερώς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |