Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoparàsta
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [paˈrasta] 1 τετράγωνη κολόνα μερικά εντοιχισμένη 2 πίλαστρο 3 κολόνα 4 παραστάτης πόρτας 5 πιλάστρι 6 τετράγωνη κολόνα εντοιχισμένη 7 παραστάδα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |