Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianopadronàle
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [padroˈnale] 1 επιχειρηματικός 2 ιδιωτικός 3 διοικητικός 4 εργοδοτικός 5 του ιδιοκτήτη 6 του κυρίου 7 κύριος 8 του αφεντικού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |