Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianonotàbile
agg. e s. maschile e femminile Pronuncia I.P.A.: [noˈtabile] 1 αξιόλογος 2 σημαντικός 3 αντάξιος 4 επάξιος 5 άξιος 6 διακεκριμένος 7 αξιοσημείωτος 8 διάσημος 9 αξιοπρόσεκτος 10 ξακουστός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |