Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianonascènte
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [naʃˈʃɛnte] 1 νεογενής 2 νεογέννητος 3 νιογέννητος 4 αναπτυσσόμενος 5 επερχόμενος 6 γεννώμενος 7 παραγόμενος 8 εν τω γίγνεσθαι 9 νεότοκος 10 αρτιγέννητος 11 ανερχόμενος 12 πρόσφατος 13 αναφυόμενος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |