Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianomestàre
verbo intransitivo Pronuncia I.P.A.: [mesˈtare] 1 χώνομαι 2 παρεμβαίνω 3 ανακατεύομαι σε αλλότρια 4 επεμβαίνω σε ξένες υποθέσεις mestàre verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [mesˈtare] 1 ανασαλεύω 2 αναταράζω 3 αναμειγνύω 4 αναδεύω 5 ανακατεύω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |