Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianomàrzio
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [ˈmartsjo] 1 πολεμοχαρής 2 μαχητικός 3 αρειμάνιος 4 στρατιωτικός 5 αρμόζων σε στρατιώτη 6 πολεμικός 7 ετοιμοπόλεμος 8 εμπειροπόλεμος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |