Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianomaciullàre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [maʧulˈlare] 1 θρυμματίζω 2 κοπανώ 3 συντρίβω 4 εκθλίβω 5 χτυπώ λινάρι για να βγάλω τον φλοιό 6 χτυπώ φυτό χασίς για να βγάλω το φλοιό 7 σπάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |