Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianolàbile
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [ˈlabile] 1 διαβατάρικος 2 πρόσκαιρος 3 προσωρινός 4 μεταβατικός 5 ευμετάβλητος 6 εφήμερος 7 παροδικός 8 ασταθής 9 αδύναμος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |