Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoistruttìvo
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [istrutˈtivo] 1 διαφωτιστικός 2 εκπαιδευτικός 3 πληροφοριακός 4 ενημερωτικός 5 διδακτικός 6 κατατοπιστικός 7 σχολικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |