Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoin
preposizione Pronuncia I.P.A.: [ˈin] 1 (luogo) σε 2 (tempo determinato) το 3 (tempo continuato) σε 4 (mezzo) με 5 (materia) από in– prefisso Pronuncia I.P.A.: [ˈin] α- permalink
Locuzioni, modi di dire, esempid'ora in poi = από δω κι εμπρός | από τώρα και στο εξής | από τώρα και μετά || αυτοκίνητο essere in riserva = auto είμαι στο τελείωμα της βενζίνης || in borghese = με πολιτικά || in cambio di = σε αντάλλαγμα || in compenso = σε αντάλλαγμα || in costruzione = ύπο κατασκευή || in diretta = σε ζωντανή μετάδοση, (σε) απ' ευθείας || in discesa = στην κατηφόρα || (θάλασσα) in fondo = (al mare) στον βυθό | (a strada, stanza) στο βάθος | (in fin dei conti) κατά βάθος || in fretta = βιαστικά || in futuro = στο εξής || in genere = γενικά || in media = κατά μέσο όρο || in merito a = όσον αφορά σε || in ogni caso = έτσι κι αλλιώς, σε κάθε περίπτωση || in orario = στην ώρα || in pieno giorno = μέρα μεσημέρι || in pratica = στην ουσία || in pubblico = δημόσια || in punta di piedi = στις μύτες των ποδιών || in rilievo = που εξέχει || in segreto = στα κρυφά, από κρυφά || in seguito = στη συνέχεια || in senso orario = προς την κατεύθυνση των δεικτών του ρολογιού || in teoria = θεωρητικά || stare in piedi = στέκομαι όρθιος, στέκομαι Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |